Υπερμετρωπία
Στην υπερμετρωπία η απόσταση μεταξύ του κερατοειδούς και του αμφιβληστροειδούς χιτώνα είναι μικρότερη της φυσιολογικής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μια παράλληλη δέσμη ακτίνων, που εισέρχεται στο μάτι, να συναντά τον αμφιβληστροειδή πριν ακόμη εστιαστεί.
Στην υπερμετρωπία τα μακρινά αλλά κυρίως τα κοντινά αντικείμενα φαίνονται θολά. Η ενεργοποίηση του μηχανισμού της προσαρμογής, που σχετίζεται με τη κοντινή όραση μπορεί να εξουδετερώσει ένα μεγάλο ποσοστό της υπερμετρωπίας.
Στην παιδική ηλικία δεν παρατηρείται μείωση της όρασης αλλά διαταραχές της κινητικότητας των ματιών και αδυναμία επιτυχούς διόφθαλμης όρασης, εξαιτίας της υπερ-προσαρμογής. Στο παιδί με υπερμετρωπία αναπτύσσεται μια τάση για συγκλίνοντα στραβισμό και κοπιωπία.
Καθώς το παιδί μεγαλώνει, η υπερμετρωπία του συνήθως μειώνεται αλλά παράλληλα μειώνεται σταδιακά και το εύρος της προσαρμογής. Σε μεγαλύτερη ηλικία η υπερμετρωπία εκδηλώνεται τόσο με συμπτώματα κοπιωπίας όσο και με μείωση της όρασης, αρχικά της κοντινής.